Σελίδες

Τετάρτη 12 Μαΐου 2010

Ο οικείος ξένος

«Και λαβών το σώμα ο Ιωσήφ...
έθηκεν αυτό εν τω καινω αυτου μνημείω».


Δεν είναι χωρίς σημασία η λεπτομέρεια, που μας δίδει ο Ευαγγελιστής πως το μνημείο, στο οποίο ετάφη ο Ιησούς ήταν ξένο. Δεν ήταν δικό Του. Ανήκε στον Ιωσήφ τον από Αριμαθαίας.
Υπήρχε έθος στους Ιουδαίους να έχουν τάφο ιδιόκτητο. Για τον Ιησού όμως εστάθη και εδώ εξαίρεση. Ήταν ξένος ακόμη και ο τάφος Του, όπως ήταν ξένο προς Αυτόν κάθε υλικό πράγμα της ζωής αυτής. Δεν ετἀφη μόνο αλλά και γεννήθηκε σε ξένο τόπο. Όχι σπίτι δικό Του αλλ᾽ ουδέ καν φιλόξενη στέγη δεν βρέθηκε στη Βηθλεέμ για τον Ιωσήφ και την Παρθένο όταν ζητούσαν επειγόντως μια γωνιά. «Ουκ ην αυτοις τόπος εν τω καταλύματι».
Και είδε το φως της ζωής σ᾽ ένα ξένο σπήλαιο.
Και σπαργανώθηκε με ξένα σπάργανα.
Και ανεκλίθη σ᾽ έναν ξένο χώρο. Στη φάτνη των αλόγων.
Αλλά και στην ξένη αυτή γωνιά η παραμονή Του δεν ήταν ήρεμη, ούτε μόνιμη. 
Άγρια ξεσηκώθηκε η μανία του Ηρώδη για να Τον εξαποστείλη σε μια χώρα, που δεν ήταν μονάχα ξένη, αλλ᾽ ήταν και εχθρική. Στην Αίγυπτο.
Ξένος δε εκεί και πρόσφυγας γεύεται όλη την πικρία της ξενητειάς για να επανέλθη και να εγκατασταθή και πάλι σε μια ξένη πόλη. Στη Ναζαρέτ. Και να περάση τα τρυφερά χρόνια της παιδικής Του ηλικίας μέσα σ᾽ έναξένο σπίτι. Του Ιωσήφ.
Όταν δε αργότερα, τον ρώτησαν οι μαθητές «Κύριε πού μένεις;» στην απάντησή Του εξέφρασε με τρόπο μοναδικό την πλήρη αποξένωσή Του από τα γήινα. «Αλώπεκες φωλέας έχουσιν και τα πετεινά του ουρανού κατασκηνώσεις, ο δε υιός του Ανθρώπου ουκ έχει που την κεφαλήν κλίναι» τους επληροφόρησε. Και έμεινε ως το τέλος πτωχότερος και από τα πετεινά του ουρανού.

*      *      *

Τίποτε δικό Του δεν απέκτησε. Τη λίμνη τη διέσχιζε με ξένο πλοιάριο. Του Σίμωνα. Στα Ιεροσόλυμα μπήκε καθήμενος επί ξένου πώλου. Και ετάφη σε ξένο τάφο. Του Ιωσήφ του από Αριμαθαίας. Υπήρξε μ΄ ένα λόγο ο μεγάλος Ξένος. Αλλά ποτέ αποξενωμένος. Στάθηκε δίπλα στον Άνθρωπο. Πολύ κοντά και στις χαρές και στις λύπες του. 
Ήταν δώδεκα χρονών όταν έσμιξε με τα παιδιά της ηλικίας Του και ξεκίνησε πασίχαρος για το προσκύνημα του Ναού στα Ιεροσόλυμα και μοιράστηκε το χαρούμενο παδικό τραγούδι της ιερής αποδημίας.
Προσήλθε στο γάμο της Κανά και δεν δίστασε να θαυματουργήση για να μη διακοπή το αγνό γλέντι «των κεκλημένων». Μετέβαλε το ψυχρό νερό σε χαροποιό οίνο.
Χάρηκε κι' έδειξε και στους άλλους σαν πηγή χαράς, τα μικρά και τα απέριττα: Τα κρίνα του αγρού από τα οποία άντλησε διδάγματα. «Καταμάθετε τα κρίνα του αγρού ου κοπιά, ουδέ νήθει».
Συντρόφεψε τα μικρά παιδιά, που τα κάλεσε κοντά Του με τόση τρυφερότητα. «Άφετε τα παιδία ελθείν προς με». Και στάθηκε πάντα και προς όλους ο Ξένος «όστις οίδε ξενίζειν τους πτωχούς και τους ξένους». Παρηγορητής και ιατρός. Φίλο και αδελφός όλων των θλιμμένων. Γιατί όλος Του ο βίος δεν ήταν παρά ένας αγώνας για να καταλύση τα τείχη, που χωρίζουν τους ανθρώπους σε δικούς και σε «ξένους». Σαν ύψιστο δε ανταπόδομα εν εσχάτη ημέρα υποσχέθηκε το «ξένος ήμην και συνηγάγετέ με».
Και μένει πάντα ο αιώνιος ξένος, που στέκει υπομονετικός κρούει στις καρδιές και ζητεί να του ανοίξουν: «Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω. Εάν τις ακούση της φωνής μου και ανοίξη εισελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ' αυτού και αυτός μετ' εμού».

Κωνσταντίνος Κούρκουλας
Σκηνές από το Πάθος (σελ. 103-105)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου